Υπάρχει μια περιοχή, βαθιά μέσα μας, όπου ο κόσμος εντυπώνεται, μια περιοχή που τη διαυγάζει το φως, το φως των εικόνων. Θα μπορούσε να ’ταν οι σκιές του πλατωνικού σπηλαίου, που διαγράφουν το ίχνος του κόσμου, αλλά όπως θέλω, σ’ αυτή την περίπτωση, να το δω, είναι η περιοχή μιας ιεροφάνειας, όπου ο κόσμος αποδίδει τις μορφές του, την ιερότητα των μορφών του. Μορφές που αποδίδονται στο φως, στη μυστική του γλώσσα, κι αντανακλώνται στην ύπαρξή μας. Η μορφική εκδήλωση είναι αποτέλεσμα αυτής της διαύγασης, ένα αστραποβόλο ανάγλυφο που φέρει το φως και εκ-φέρεται.
Ο πυρήνας αυτής της περιοχής είναι ο τόπος μιας διάνοιξης, μιας διάνοιξης ερωτικής, όπου εισβάλει ήσυχα το φως, και αποδίδει τις μορφικές του εξάρσεις. Είναι ο τόπος μιας εκτροπής, και μιας καθήλωσης, όπου το υποκείμενο, σαγηνευμένο, μένει εν’ εκστάσει. Ο ποιητής, γιατί περί αυτού πρόκειται εδώ, συντάσσει τον κόσμο σ’ αυτό το ορμέμφυτο του πάθους του, τον διαθέτει στις συγκινήσεις του, στις εξόδιες αποδώσεις του, σ’ αυτές τις μυστικές του, εν τέλει, από-καλύψεις.
Ο Συμεών είναι ποιητής, υπομένει το χρόνο στην καλύβη της ποιητικής του μόνωσης, όπου ο κόσμος διατίθεται στην ολόφωτη υλικότητά του, στη διανοιγόμενη υλικότητά του, στην αϋλότητα και αχρονία του. Αυτή είναι κι η αποκαλυπτική του κόσμου, η σκηνή της ποιητικής του βίωσης, της μοναδικής του βίωσης, δεν υπάρχει άλλο βίωμα του κόσμου, ο κόσμος, πέραν του ποιητικού, είναι το ίδιο το αβίωτο. «Ο κόσμος αντηχεί μέσα μου», λέει ο Συμεών. Ο κόσμος λοιπόν εγκαταλείπεται, αφήνει τις εικόνες του, τη φαντασμαγορία του, το εκπεφρασμένο του πάθος, το πάθος του μέσα στο χρόνο.
Η Νεφερτίτη περιτριγυρισμένη απ’ τα πουλιά, ένα πληγωμένο επί ξύλου εκλεκτό πουλί εν τη ερήμω, ένας ιππεύς κάτω απ’ τα αστέρια, ο Ρεμπώ με μια μονοκονδυλιά, ένα αλογάκι γεωμετρικό στον πλουμιστό του ορίζοντα, μια ανοικτή παπάγια, μοναχές στη κουζίνα τρεις μελιτζάνες, σχηματισμοί συννέφων και συστήματα υδάτων, ένας κοκκινολαίμης που ησυχάζει στην άκρη ενός μπαμπού, το λεμόνι της σιωπής, το Όρος της σιωπής, όλες οι σιωπές των εικόνων.
Οι ζωγραφικές εικόνες του Συμεών, είναι εικόνες που υπάρχουν μέσα στη γραφή του, μέσα στα τετράδια των ποιημάτων του, εικόνες που κοινωνούν την αγωνία της γραφής του, τη θεώρησή της. Είναι μια άλλου τύπου γραφή αυτές οι εικόνες, ένας άλλος τύπος του άγραφου και γι αυτό ένα ιστορημένο βίωμα. Το ένα συμπληρώνει το άλλο, και πάλι το ένα και το άλλο να φέρουν το Όλο ακέραιο. Εκλάμψεις όλα μιας διάσχισης, απ’ όπου και το κατακλυσμιαίο των πραγμάτων, η αίσθησή τους, κι η μοναδική τους παραμυθία.
Ο Συμεών σκύβει πάνω στο χαρτί, σκύβει σαν να προσεύχεται, σκύβει στο πάθος της αναμονής του, στην αναμονή των στίχων και των εικόνων, στην υπόσχεσή τους. Ο Συμεών δεν κάνει «τέχνη», αποδίδει το ποιητικό του ίχνος μέσα στο κόσμο, τις διακρίσεις του πάνω στο άρρητο και αφανέρωτο του κόσμου. Γίνεται έτσι η ύπαρξη μιας εγρήγορσης, μιας ποιητικής διαδικασίας, όπου το ίχνος του κόσμου, παύει να ’ναι το ίχνος μιας απώλειας, επιτέλους, και γίνεται το ίχνος μιας μετουσίωσης, μιας αναπάντεχης κι ανυπολόγιστης δωρεάς, αυτής της δωρεάς των εικόνων.
Στη φωτογραφία έργο του Συμεών.
Διαβάστε επίσης: Η ποιητική περίπτωση του Συμεών